Την δεκαετία του '50 η πλατεία Καραϊσκάκη στον Πειραιά ήταν γεμάτη μικρά μαγαζάκια που είχαν όλα τα καλά της θάλασσας και της γης στους πάγκους τους.
Τα παγωμένα βράδια, έβρισκαν καταφύγιο μέσα στην αγορά οι πλανόδιοι και οι άστεγοι του λιμανιού. Οι αγορίτες τους έβριζαν αλλά ταυτόχρονα τους προστάτευαν σαν δικούς τους ανθρώπους.
Ένα βράδυ πέθανε ένας άστεγος, ο μπάρμπα Γιάννης. Οι αγορίτες ζήτησαν κανονική κηδεία, αλλά ο δήμος τους είπε να τον πετάξουν σε ένα καρότσι. Οι αγορίτες ζοχαδιάστικαν, μάζεψαν λεφτά, τον έντυσαν με μαύρο κοστούμι που ποτέ δεν είχε ξαναβάλει και του έκαναν μια μεγαλοπρεπή κηδεία. Δεν έχει ξαναδεί τόσο κόσμο σε κηδεία ο Πειραιάς, οι ρεμπέτες έπαιζαν τραγούδια για τον μπάρμπα Γιάννη. Μέχρι και ο δήμαρχος αναγκάστηκε να πάει στην κηδεία.
Αυτοί είναι οι μάγκες του Πειραιά, αυτοί που και τώρα είναι στην πρώτη γραμμή στο λιμάνι και προστατεύουν τους πρόσφυγες από κάθε κακοτοπιά.
Αυτοί που τραγούδαγαν στα ρεμπετάδικα " εγώ μάγκας φαινόμουνα να γίνω από μικράκι, αντί σχολείο , πήγαινα στου Καραϊσκάκη".